ΠΥΡΓΕΤΟΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΠΟΛΕΜΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ
ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ
ΕΙΔΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
=> Η δολοφονία του αρματολού του Ασπροποτάμου Στέργιου Στουρνάρη στον Πυργετό Τρικάλων
=> Ο Βλαχομαχαλάς
=> Το μπλόκo του Πυργετού
=> Αναφορές στον Πυργετό στον Β΄Κώδικα της Μητροπόλεως Τρίκκης (1828- 1865), ( ή Κώδικα Βαρλαάμ, αρ. 287)
=> Ονόματα Πυργετιανών αφιερωτών σε μοναστήρια
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΥΡΓΕΤΟΥ (16ο ΤΡΙΚΑΛΩΝ)
ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΕΝΘΥΜΗΣΕΙΣ
ΔΙΑΦΟΡΑ
 

Το μπλόκo του Πυργετού

Το μπλόκο του Πυργετού.

 

       i. Πρόλογος

     ii. Ο Πυργετός πριν το μπλόκο

    iii. Η επίθεση των ανταρτών στο Γκαζέλο και τα γεγονότα στον γειτονικό Πύργο

   iv. Η άφιξη των Γερμανών στον Πυργετό

     v. Οι συλλήψεις και οι συνοδοί

   vi. Στο προαύλιο της εκκλησίας

  vii. Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού προς τους Πυργετιανούς.

viii. Η ομιλία του ιερέα του Πυργετού Θεόδ. Β. Πουλιανίτη προς το Γερμανό Αξ/κό

   ix. Η  άκαρπη έρευνα των Γερμανών

     x. Οι κρίσιμες στιγμές

   xi. Η τοπογραφία του μπλόκου

  xii. Η επιλογή και το δρομολόγιο ως την «κομαντατούρα»

xiii. Στην «κομαντατούρα»

xiv. Προ του ικριώματος

 xv. Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού πριν τον απαγχονισμό

xvi. Οι απαγχονισμοί

xvii. Η απελευθέρωση και η επιστροφή στον Πυργετό

xviii. Σημειώσεις, εικασίες και συμπεράσματα

xix. Υποσημειώσεις – επεξηγήσεις

 xx. Βιβλιογραφία – Πηγές πληροφόρησης

xxi. Οι πρωταγωνιστές του μπλόκου

 

                                                                                                                                                                         i.      Πρόλογος

 

Το παρόν κεφάλαιο αφορά το μπλόκο του Πυργετού, στις 18 Απριλίου 1944, κατά τη διάρκεια της κατοχής. Περιγράφει και αναλύει το γεγονός, σε συνδυασμό με άλλα γεγονότα με τα οποία συνδέεται, την επίθεση των ανταρτών στο Γκαζέλο, τα γεγονότα στον γειτονικό Πύργο και την θυσία των 5 ΕΠΟΝΙΤΩΝ στα Τρίκαλα.

Κάποια τμήματα του κεφαλαίου είναι γραμμένα από μένα, με βάση τη βιβλιογραφία και τις πηγές πληροφόρησης. Άλλα τμήματα είναι μεταφορά αυτούσιων αποσπασμάτων από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύ- ματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

Ο χωρισμός και η ονοματοδοσία των τμημάτων του πρωτοτύπου είναι δικιά μου, για τη διευκόλυνση του αναγνώστη. Η μέθοδος αυτή ακολουθήθηκε, γιατί θα έδινε μια πιο ζωντανή εικόνα του γεγονότος, μια που είχα τη σπάνια τύχη, να έχω στα χέρια μου τη γραπτή μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα.

Στο τέλος του κεφαλαίου καταλήγω σε κάποιες σημειώσεις, εικασίες και συμπεράσματα.  

 

                                                                                                                                        ii.      Ο Πυργετός πριν το μπλόκο

 

Ο Πυργετός στην κατοχή αποτελούσε σταθμό συγκέντρωσης εφοδίων από την πόλη των Τρικάλων και την ευρύτερη περιοχή, για να γίνει μετά η προώθησή τους στους αντάρτες του Κόζιακα. Επιλέχθηκε, προφανώς, ο Πυργετός λόγω της πλούσιας βλάστησης, που υπήρχε εκείνα τα χρόνια – φύτρωναν πάρα πολύ μεγάλοι βατιώνες – και παρείχε αρίστη κάλυψη στις όποιες κινήσεις, μέρα και νύχτα. Ίσως, η επιλογή να έχει σχέση και με τη συμμετοχή κάποιων δασκάλων του Δημοτικού Σχολείου στην «Εαμική Αντίσταση». Επίσης, αποτελούσε και το σημείο, από όπου πλησίαζαν συχνά την πόλη οι αντάρτες για συλλογή πληροφοριών και για παρατήρηση.

Οι Γερμανοί πρέπει να είχαν πληροφορίες σχετικά με ό,τι συνέβαινε στον Πυργετό, και έτσι, έκαναν «μπλόκο» στα μέσα Απριλίου του 1944, στο οποίο οι Γερμανοί ήταν αποφασισμένοι να προβούν σε αντίποινα για το νεκρό Γερμανό φρουρό, που βρέθηκε σε κοντινό φυλάκιο της σιδηροδρομικής γραμμής στο Γκαζέλο.

 

                                                        iii.      Η επίθεση των ανταρτών στο Γκαζέλο και τα γεγονότα στον γειτονικό Πύργο

 

Έγινε η επίθεση των ανταρτών στο Γκαζέλο και μετά συμπτύχθηκαν στο Α΄ Νεκροταφείο, όπου δόθηκε μάχη, αλλά οι αντάρτες κατάφεραν να απαγκιστρωθούν και διαμέσου των Αμπελοκήπων και του Πυργετού να διαφύγουν.

Αφού πέρασαν τον Αγιαμονιώτη ποταμό από την τοποθεσία «Πόρος» – ένα φυσικό πέρασμα, όπου το ποτάμι γινόταν ρηχό και επέτρεπε τη διάβαση, βρισκόταν, περίπου, ανάμεσα στο πάρκο και στο 2ο ΕΠΑΛ – πήγαν στη θέση «Τζιτζοκώστα», στο μαντρί των Σταμαίων, στην τοποθεσία «Καραούλα», μια τοποθεσία που μοιράζεται ανάμεσα στον Πύργο και στον Πυργετό. Μέσα στο μαντρί βρίσκονταν ο Απόστολος Στάμος, ο Μήτσιος Στάμος, ο Βαγγέλης Στάμος, ο Κων/νος Πλακοπίττας και ο Βασίλης Ευθυμίου. Στη διαφυγή, μια ριπή αυτομάτου όπλου σκότωσε τον Βαγγέλη Στάμο και τον Βασίλη Ευθυμίου.

Από προδοσία, οι Γερμανοί ήξεραν πως ο ένας από τους δυο ήταν γιος του παπά-Στάμου. Πήραν, λοιπόν, τα πτώματα και τα πήγαν στην αυλή, στο σπίτι του παπά-Χρήστου Στάμου στον Πύργο και του τα παρουσίασαν. Ο παπάς μπροστά στα έκπληκτα μάτια όσων γνώριζαν την αλήθεια και υπό το βλοσυρό βλέμμα του Γερμανού Αξιωματικού, αρνήθηκε ότι κάποιος από τους δυο ήταν γιος του, ενώ ο Γερμανός περίμενε να δει κάποια σύσπαση στο πρόσωπό του ή να σπάσει στη θέα του νεκρού παιδιού του. Αυτό, όμως, δεν έγινε, και το πιο εκπληκτικό ήταν ότι δεν έσπασε και η παπαδιά, που στεκόταν παραπέρα φέρνοντας αμηχανία και αμφιβολίες στον Γερμανό.

Αργότερα, όταν ρώτησαν τον παπά-Χρήστο πώς κρατήθηκες, είπε, «τι να έκανα; αν δεν κρατιόμουνα, θα έπαιρνα στο λαιμό μου όλο τον Πύργο. Την παπαδιά φοβήθηκα ότι θα έσπαγε, αλλά ευτυχώς κρατήθηκε κι αυτή».

Κατά άλλες μαρτυρίες, στον παπά έδειξαν τις ταυτότητες των νεκρών. Κάτι που μάλλον δεν ευσταθεί, διότι αν είχαν βρει τις ταυτότητες πάνω τους δεν θα είχαν ανάγκη επιβεβαίωσης των στοιχείων των νεκρών. Επίσης, κατά άλλες μαρτυρίες, πήγαν μόνο το γιο του στην αυλή για αναγνώριση. 

 

                                                                                                                     iv.      Η άφιξη των Γερμανών στον Πυργετό

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Ήταν μέσα Απριλίου του ΄44.  Το πρωινό εκείνο ήταν ζεστό. Ο ήλιος μόλις είχε φανεί στον ορίζοντα, και έστελνε απλόχερα τις χρυσές αχτίδες του παντού προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι αχτίδες του περνούσαν μέσα από τις φυλλωσιές των δένδρων. Έμοιαζαν με χιλιάδες λόγχες που λόγχιζαν τις φυλλωσιές. Οι δε δροσοσταλίδες που ήταν στα φύλλα των δένδρων, λαμπυρίζανε σαν μαργαριτάρια, όταν τα χτυπάει ο ήλιος. Ενώ όλα ήταν ήσυχα και προοιώνιζαν μια ζεστή κι ευχάριστη, ανοιξιάτικη μέρα και ο ήλιος δεν είχε πάρει ακόμη την ανηφόρα, το σκηνικό άλλαξε αιφνιδιαστικά.

Ένα ελαφρό αεράκι, κατά περίεργο τρόπο, προκάλεσε δυνατό θρόισμα των φύλλων των δένδρων. Τα σπουργίτια, τα χελιδόνια και τα άλλα πουλιά, άρχισαν να πετούν τρομαγμένα πολύ γρήγορα σαν σαΐτες προς διάφορες κατευθύνσεις, άλλα μεν χάνονταν μέσα στα φυλλώματα των δένδρων, αλλά δε χάνονταν μακριά στον ορίζοντα και άλλα τρύπωναν στις στέγες των σπιτιών για προστασία τους. Οι γάτες άρχισαν να νιαουρίζουν ασυνήθιστα, τα σκυλιά να γαυγίζουν παράξενα, όπως τα ουρλιαχτά των λύκων. Η ατμόσφαιρα άρχισε να «μουντώνει» και να χάνει τη λαμπρότητά της. Ήταν κάτι το ασυνήθιστο, να μεταβάλλεται το σκηνικό τόσο γρήγορα από τη μια στιγμή στην άλλη. Σίγουρα κάτι κακό προοιώνιζε η αιφνίδια αυτή μεταβολή.

H μητέρα, θρήσκα παπαδιά, άρχισε να σταυροκοπιέται και να ψελλίζει, “Xριστέ κι Απόστολε, Xριστέ κι Απόστολε, τι είναι τούτο το σημάδι, κάτι κακό θα συμβεί στο χωριό μας!” Ενώ δεν είχαμε συνέλθει, ακόμα, από το ξαφνικό αυτό και τη σαστιμάρα μας, είδαμε στην αυλή μας δύο Γερμανούς στρατιώτες με στολές παραλλαγής (καμουφλάζ), με κράνη και μπότες και προτεταμένα τα αυτόματα όπλα, να μας προστάζουν με αυστηρό και τραχύ ύφος στη δική τους γλώσσα, να περάσουμε μπροστά τους προς την κατεύθυνση του δρόμου».

 

                                                                                                                                       v.      Οι συλλήψεις και οι συνοδοί

 

Στο μπλόκο του Πυργετού, είχαν πιάσει νωρίτερα τον Στεργιόπουλο, καθ’ οδόν καθώς ερχόντουσαν οι Γερμανοί. Περνώντας οι τελευταίοι και ρίχνοντας ριπή σε μια μεγάλη βατιώνα, όπου είχε κρυφτεί ο Στεργιόπουλος, και ο τελευταίος μη εκτιμώντας ότι η ριπή ήταν πιθανώς τυφλή και για λόγους ασφαλείας, νομίζοντας ότι τον ανακάλυψαν, βγήκε και παραδόθηκε. Στη συνέχεια, έπιασαν τον Σύρμπα και τον Μπριάζη και σε έναν από τους δυο είπε ο Μακρής, «ρε παλικαράκια, εγώ ψάχνω να σας βρω και εσείς είστε στον Πυργετό;»

Για τον Σύρμπα και τον Μπριάζη οι μαρτυρίες διίστανται. Κατά άλλους, πιαστήκαν στον Πυργετό και, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, πιαστήκαν στον προαύλιο χώρο της εκκλησιάς και του παλιού σχολείου, όπου είχαν συγκεντρώσει τους κατοίκους στο μπλόκο. Κατά άλλους, συνελήφθησαν στην ευρύτερη περιοχή Πυργετού και από ορισμένους αμφισβητείται ότι η σύλληψη Σύρμπα και Μπριάζη έγινε στον Πυργετό.

Τους Γερμανούς συνόδευαν ο καθηγητής, Γεώργιος Παπαγεωργίου-ΕΡΑΛΔΥΣ, ο οποίος δεν ήταν δωσίλογος, αλλά απλά έκανε χρέη διερμηνέα, και οι δωσίλογοι, ο Μακρής και Μαντζούκας. O πρώτος, που ήταν και παρόν στο μπλόκο του Πυργετού, ήταν πρώτα στο ΕΑΜ, αλλά έγινε παρεξήγηση και κατέληξε να πάει με τους Γερμανούς. Ήταν γαμπρός του Τσαγκάδα. Ο Μαντζούκας, και αυτός παρών στο μπλόκο, δραστηριοποιούνταν επαγγελματικά στην περιοχή με μια χορτοδετική μηχανή που διέθετε κι έδενε χορτάρι και τριφύλλια στον Πυργετό. Και εξ αιτίας αυτών, ήξεραν καλά όλους τους Πυργετιανούς. Ο Μακρής απείλησε τους Πυργετιανούς, ότι θα πέθαιναν όλοι, γιατί ο Πυργετός ήταν φωλιά των κομμουνιστών (σημ. κάτι τέτοιο δεν ίσχυε).

Σε πρώτη φάση, συγκέντρωσαν στην αρχή τους μισούς κατοίκους στο προαύλιο του σχολειού και τους άλλους μισούς στο «Βαλτοτόπι», δίπλα στη γέφυρα, εκεί που βρίσκεται σήμερα το νέο δημοτικό σχολείο.

 

                                                                                                                                    vi.      Στο προαύλιο της εκκλησίας

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Εκεί, λοιπόν, στο προαύλιο της Εκκλησίας οι Γερμανοί στρατιώτες, που είχαν διασκορπισθεί στο χωριό μας, μάζεψαν τους κατοίκους, στους οποίους μέσα υπήρχαν και παιδιά. Σε κάποια στιγμή, ο επικεφαλής Γερμανός Αξιωματικός, ένας ψηλός άνδρας, καστανόξανθος και ευσταλής, με αγέρωχο και αυστηρό ύφος, με μονύαλο στο ένα μάτι, πρόσταξε στη γλώσσα του, οι γυναίκες και τα παιδιά ηλικίας μέχρι και δεκατεσσάρων ετών, να απομακρυνθούν από τους άνδρες και να περάσουν στην άλλη πλευρά. Έτσι, έμειναν μόνο οι άνδρες.

Μέσα σ’ αυτούς, έμεινα και εγώ, από επιπολαιότητα, γιατί τότε ήμουν 16 χρονών, ενώ όπως ήμουν τότε αδυνατούλης, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι ήμουν μόλις 14 χρόνων. Μέσα, λοιπόν, στους άνδρες βρεθήκαμε τέσσερα αδέλφια. Ο Βασίλης ο πρώτος, ο Κώστας ο δεύτερος, ο Μήτσος ο τρίτος κι εγώ ο τέταρτος. Αλλά με τους άνδρες βρέθηκε και ο πατέρας, που ήταν ιερέας και εφημέριος της ενορίας στο χωριό μας. Οι Γερμανοί τον βρήκαν εκεί, στην Εκκλησία που είχε πάει για τον όρθρο. Διερμηνέας του Γερμανού Αξιωματικού ήταν ο φιλόλογος καθηγητής από τα Τρίκαλα, Γιώργος Παπαγεωργίου, ο οποίος γνώριζε καλά τη Γερμανική γλώσσα, γιατί είχε κάνει σπουδές στη Γερμανία. Ο Γερμανός Αξιωματικός πρόσταξε αυστηρά να μπούμε σε παράταξη και σε τετράδες. Απόλυτη ησυχία επικρατούσε. Ακόμη και τα πουλάκια που ήταν στα δένδρα πίσω μας, σταμάτησαν να πετούν και να τιτιβίζουν, λες και γνώριζαν τη σοβαρότητα και κρισιμότητα της κατάστασης».

 

                                                                          vii.      Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού προς τους Πυργετιανούς.

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Ο Αξιωματικός με τα χέρια πίσω, με σηκωμένο το κεφάλι ψηλά και το βλέμμα του μακριά στο άπειρο και με αυστηρό ύφος, άρχισε να μιλάει στη γλώσσα του, τονίζοντας μία μία τις λέξεις και να λέγει, ενώ ο διερμηνέας μετέφραζε, “τη νύχτα που μας πέρασε, αντάρτες από το χωριό σας, σκότωσαν ένα στρατιώτη μας, στο σιδηροδρομικό σταθμό, στην παράλογη και καταδικασμένη από πριν προσπάθειά τους, να καταλάβουν το φυλάκιο που το υπεράσπιζαν λίγοι άνδρες του στρατού μας. Έτσι, για αντίποινα και για να μην αποτολμήσουν άλλη φορά οι αντάρτες σας να παρενοχλήσουν τους στρατιώτες μας, θα εκτελέσουμε τριάντα από εσάς, εκτός και αν μας πείτε, ποιοι είναι αυτοί οι αντάρτες, αν είναι εδώ μαζί σας και ποια είναι τα σπίτια τους”.

Για λίγα δευτερόλεπτα, κράτησε απόλυτη σιωπή. Κανένας δεν άρθρωσε λέξη. Όλοι μας είχαμε σκύψει τα κεφάλια και μόλις αναπνέαμε. Ο καθένας μας έκανε τις δικές του σκέψεις, ή και ίσως, δεν μπορούσαμε να σκεφθούμε στο άκουσμα ότι θα εκτελεστούν τριάντα από εμάς, και “ποιοι θα είναι αυτοί οι τριάντα;”.

 

                                                viii.      Η ομιλία του ιερέα του Πυργετού, Θεόδ. Β. Πουλιανίτη προς το Γερμανό Αξ/κό

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Τότε, ο πατέρας, με την ιδιότητα του ιερέα και ποιμένα της εκκλησίας, προχώρησε προς το Γερμανό Αξιωματικό, ο οποίος συνέχισε πάλι στη γλώσσα του και με το ίδιο πάντα αυστηρό ύφος, “έχουμε, επίσης και την πληροφορία, ότι στο κοιμητήριο και στο υπόγειο του σχολείου σας έχετε συγκεντρώσει όπλα που προορίζονται για τους αντάρτες”. Πάλι κράτησε απόλυτη σιωπή. Και ο πατέρας, που είχε αποσπασθεί από τους άνδρες, προχώρησε πιο κοντά στο Γερμανό Αξιωματικό, και σε απόσταση τριών μέτρων περίπου, σταμάτησε, κοίταξε κατάματα τον Αξιωματικό και με σταθερή φωνή του είπε, φυσικά στην ελληνική γλώσσα, ενώ ο διερμηνέας μετάφραζε, “ταγματάρχα, τόσο εγώ, όσο και όλοι μας λυπούμεθα, ειλικρινά, για το στρατιώτη σας, που έχασε τη ζωή του. Συμμεριζόμαστε τη θλίψη όλων σας, και κυρίως τη θλίψη και τον πόνο των δικών του, στη Γερμανία, αλλά σας διαβεβαιώνω στην ιεροσύνη μου, ότι όλοι μας εδώ στο χωριό είμαστε φιλήσυχοι και νομοταγείς άνθρωποι και δεν έχουμε αντάρτες από εδώ από το χωριό μας. Οι αντάρτες αυτοί, που σκότωσαν το στρατιώτη σας, είναι ξένοι, από άλλα χωριά και ίσως, πέρασαν από το χωριό μας και μάλιστα, από την άκρη του χωριού, γιατί από εκεί τους βόλευε να πλησιάσουν το φυλάκιο του σιδηροδρομικού σταθμού. Σας παρακαλώ, να με πιστέψετε. Αν εκτελέσετε έστω και έναν από εμάς, το αίμα που θα χυθεί, θα είναι αίμα αθώων, που δεν φταίνε σε τίποτα και ούτε πρόκειται να φέρει ξανά στη ζωή το στρατιώτη σας. Και ακόμα, η πληροφορία που έχετε για όπλα δεν αληθεύει”. Ο Γερμανός Αξιωματικός επέμενε πως, αν δεν κατονομάσουνε τους αντάρτες, θα προχωρήσει στην εκτέλεση τριάντα από εμάς. Έτσι, ο Γερμανός Αξιωματικός δεν πήρε απάντηση, ούτε στην τρίτη προτροπή, να κατονομάσουμε τους αντάρτες. Ο πατέρας, με ικετευτικό ύφος επέμενε ότι δεν έπρεπε να εκτελεστεί κανένας, γιατί δεν έχουμε καμιά ανάμειξη στο σκοτωμό του Γερμανού στρατιώτη. Και ότι όλοι μας λυπούμεθα ειλικρινά. Εκείνη τη στιγμή, επέστρεψαν από την έρευνα του κοιμητηρίου της εκκλησίας και του σχολείου οι Γερμανοί βαθμοφόροι και ανέφεραν στον Αξιωματικό ότι δεν βρέθηκαν όπλα. Η ανακούφισή μας ήταν ανείπωτη, γιατί πραγματικά υπήρχαν όπλα τα οποία δεν είδαν οι Γερμανοί».

 

                                                                                                                             ix.      Η  άκαρπη έρευνα των Γερμανών

 

Στο υπόγειο του παλιού Δημοτικού Σχολείου είχαν κατευθυνθεί δυο Γερμανοί στρατιώτες, κρατώντας φακό. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ένας Γερμανός στρατιώτης στάθηκε στην αρχή της σκάλας, που οδηγούσε στο υπόγειο, ενώ ο άλλος κατέβηκε ως το υπόγειο του παλιού Δημοτικού Σχολείου. Άνοιξε την πόρτα, κοίταξε και ξανανέβηκε, χωρίς να πει τίποτε, κάνοντας ένα αρνητικό νεύμα με το χέρι. Η άκαρπη έρευνα των Γερμανών αποδόθηκε σε θαύμα, αφού το υπόγειο του παλιού Δημοτικού Σχολείου ήταν γεμάτο από όπλα και τρόφιμα, συγκεντρωμένα από την ευρύτερη περιφέρεια των Τρικάλων, για να προωθηθούν στους αντάρτες και μαζί τους κρυμμένος εκεί μέσα ήταν και ο δάσκαλος, Μπουσιόπουλος Δημήτριος, ο οποίος ήταν τομεάρχης του ΕΑΜ για την ευρύτερη περιοχή.

Το κτίριο του τότε παλιού Δημοτικού Σχολείου δεν υπάρχει σήμερα. Αυτό που λέμε παλιό Δημοτικό Σχολείο σήμερα είχε χτιστεί το 1937 και σταμάτησε να λειτουργεί το 2015. Τότε, σύμφωνα με μαρτυρίες, υπήρχαν άτομα εκεί που γνώριζαν τι υπήρχε στο υπόγειο ή υποψιάζονταν, με αποτέλεσμα να επικρατήσει μια παγωμάρα στην ατμόσφαιρα, ένα συναίσθημα που είναι δύσκολο να περιγραφεί.

Επίσης, και στην οστεοθήκη, κατά τη διάρκεια του μπλόκου, ήταν κρυμμένα δέκα άτομα, αλλά δεν μπήκανε μέσα οι Γερμανοί, ούτε καν στο νεκροταφείο.

 

                                                                                                                                                     x.      Οι κρίσιμες στιγμές

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Μετά την επιλογή των χωριανών μας, (να μην μιλήσουν)*, παρενέβη ο πατέρας και με πολύ θάρρος είπε στον Γερμανό Αξιωματικό, “σας παρακαλώ, αντί γι’ αυτούς τους τριάντα χωριανούς, εκτελέστε εμένα. Νομίζω ότι η εκτέλεσή μου θα είναι αρκετή”. Ο Αξιωματικός συνοφρυώθηκε, κοιτάζει τον πατέρα μου με βλοσυρό ύφος για λίγα δευτερόλεπτα και ύστερα προστάζει τον πατέρα και ιερέα του χωριού να προχωρήσει προς ένα γέρικο δένδρο, που ήταν καμιά δεκαπενταριά μέτρα μακριά από το σημείο της παράταξης. Μια σαστιμάρα πλάκωσε όλους μας, βλέποντας τον πατέρα να προχωρεί προς το δένδρο, με σταθερά βήματα. Ο Γερμανός Αξιωματικός προστάζει τους δυο πολυβολητές που ήταν λίγο πιο πέρα από εμάς, να στρέψουν τις κάνες των πολυβόλων τους προς το δένδρο, που είχε πάει ο πατέρας. Τότε ο διερμηνέας Γεώργιος Παπαγεωργίου, που είχε κάποια γνωριμία με την οικογένειά μας και εκτιμούσε τον πατέρα πολύ, αναστατωμένος, άρχισε να μιλάει γρήγορα προς τον Αξιωματικό με σπασμωδικές χειρονομίες. Δεν καταλαβαίναμε, βέβαια τι έλεγαν, αλλά όλοι μας συμπεράναμε ότι προσπαθούσε να πείσει τον Αξιωματικό να μην εκτελέσει τον πατέρα. Ο πατέρας είχε στηθεί με την πλάτη στο δένδρο και σε στάση προσοχής, σήκωσε το κεφάλι του και τα μάτια του ψηλά προς τον ουρανό και κάτι ψέλλιζε, προφανώς, ζητούσε το έλεος του θεού γι’ αυτόν και τους χωριανούς. Ο μεν διερμηνέας συνέχιζε την προσπάθειά του να τον μεταπείσει και ν’ ανακαλέσει την προσταγή του για την εκτέλεση του πατέρα, ο δε Γερμανός με σηκωμένο το κεφάλι ψηλά, το βλέμμα του στον ορίζοντα, τα χέρια του πίσω, ακίνητος και χωρίς συσπάσεις στο πρόσωπο, φαινόταν να σκέπτεται, σαν να στάθμιζε τα γεγονότα, για να πάρει τη σωστή απόφαση. Αυτή η σκηνή κράτησε αρκετά, ίσως και πάνω από πέντε λεπτά της ώρας, όμως, με την αγωνία που είχαμε, ο χρόνος αυτός μας φάνηκε αιώνας.

Τελικά, ο Γερμανός Αξιωματικός διέταξε στη γλώσσα του τους πολυβολητές να στρέψουν τις κάννες των πολυβόλων προς εμάς. Αυτό σήμαινε ότι ανακαλούσε την απόφαση για την εκτέλεση του πατέρα. Αμέσως μετά, άρχισε ο ίδιος Αξιωματικός, με το πάντα βλοσυρό ύφος, να περνάει μπροστά από εμάς, να μας κοιτάζει ερευνητικά και ύστερα να προστάζει κατά τη βούληση του έναν-έναν από εμάς, να βγούμε έξω από την παράταξη και να περάσουμε στο μέρος των Γερμανών στρατιωτών, που και αυτοί βλοσυροί με τα αυτόματα όπλα προτεταμένα μας περίμεναν πίσω από τον Αξιωματικό».

 

 

                                                                                                                                      xi.      Η τοπογραφία του μπλόκου

 

      Βορειοανατολικά του Ιερού, του νέου Ναού του Αγίου Αθανασίου, και σε απόσταση λίγων μέτρων περίπου, υπήρχε ένας πολύ μεγάλος φτελιάς. Εκεί στάθηκε, αρχικά, ο παπά-Θόδωρος για να εκτελεστεί.

Από τον φτελιά ως τον μεγάλο πλάτανο – ανατολικά του φτελιά – ήταν παρατετα-γμένοι σε τετράδες, εκατό (100) περίπου άνδρες, που βρέθηκαν εκείνη την μέρα στον Πυργετό και δεν ήταν στις δουλειές, όλοι άνω των 14 ετών.

Βόρεια, απέναντι από τη σημερινή εκκλησία – που δεν υπήρχε τότε – ήταν παρατεταγμένες οι γυναίκες και τα παιδιά, τα κορίτσια και τα αγόρια, μέχρι 14 ετών, ακριβώς έμπροσθεν του σημερινού σχολείου.

Ο Γερμανός Αξιωματικός, με μονόκλ και ο διερμηνέας, Γεώργιος Παπαγεωργίου-EΡΑΛΔΥΣ, στεκόταν έμπροσθεν των εκατό ανδρών, σε απόσταση λίγων μέτρων.

Οι Γερμανοί είχαν στήσει ένα πολυβόλο λίγα μέτρα, ΒΑ από το Ιερό της νέας Εκκλησίας – τότε δεν είχε χτιστεί ακόμη.

Στη θέση που έγινε το μπλόκο, χτίστηκε o καινούριος Ιερός Ναός του Αγίου Αθανασίου του Πυργετού, σε ανάμνηση του γεγονότος αλλά και για ευχαριστία προς τον Άγιο, προστάτη του συνοικισμού.

 

                                                                                        xii.      Η επιλογή και το δρομολόγιο ως την «κομαντατούρα»

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Επέλεξε γύρω στους τριάντα από εμάς, αλλά κανένας μας δεν είχε την ψυχραιμία και το κουράγιο, να τους μετρήσει. Μέσα στους τριάντα αυτούς, επιλέχθηκε και ο μεγαλύτερος αδερφός μου, Βασίλης, ηλικίας τότε, 34 ετών και δικηγόρος στο επάγγελμα. Μέσα σ’ αυτούς τους τριάντα επιλέχθηκα και εγώ, παρά του ότι ήμουν τότε ένας αδύνατος έφηβος. Μας έβαλαν σε τριάδες, τη μία πίσω από την άλλη, μας οδήγησαν πεζούς στην “κομαντατούρα”, δηλαδή στη Στρατιωτική Διοίκηση. Οι Γερμανοί στρατιώτες, καμιά σαρανταριά, με τα αυτόματα όπλα στα χέρια, προτεταμένα και αμίλητοι, μισοί από αριστερά και οι άλλοι μισοί από δεξιά μας, μας πρόσταζαν να περπατήσουμε πιο γρήγορα, γιατί όλοι μας σέρναμε τα πόδια μας. Οι άλλοι άνδρες και τα γυναικόπαιδα βουβοί, αμίλητοι και σοκαρισμένοι, αλλά και με βουρκωμένα μάτια, μας παρακολουθούσαν. Όσες γυναίκες επιχείρησαν να μας ακολουθήσουν, εμποδίστηκαν από τους Γερμανούς με αυστηρή και τραχιά γλώσσα. Εμείς, οι τριάντα, με σερνόμενα πόδια, με σκυμμένα τα κεφάλια και αμίλητοι, ακολουθούσαμε ανήμποροι το πεπρωμένο.

Δεν ξέρω οι άλλοι, αν μπορούσαν να σκεφθούν, και τι σκέψεις έκαναν, εγώ πάντως, μη συναισθανόμενος το μεγάλο κίνδυνο, διατηρούσα κάποια περίεργη ψυχραιμία, όπως και κάθε έφηβος που δεν αντιλαμβάνεται στις πραγματικές του διαστάσεις τον κίνδυνο».

 

                                                                                                                                               xiii.      Στην κομαντατούρα

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Στην “κομαντατούρα”, δηλαδή στο Στρατηγείο τους, που ήταν κοντά στο σημερινό Κ.Τ.Ε.Λ. ** στο πίσω μέρος, φτάσαμε κατά το μεσημεράκι. Σε λίγο, άρχισαν να παίρνουν έναν-έναν από εμάς μέσα στο γραφείο του Αξιωματικού, για ανάκριση. Εγώ πήρα σειρά κατά το απογευματάκι. Όλοι μας ήμασταν χλωμοί από την αγωνία και το φόβο μας και οι κινήσεις μας, μέσα στο προαύλιο, έμοιαζαν με σκιές φαντασμάτων, αν και ήταν πολύ περιορισμένες. Αν και νηστικοί, κανένας μας δεν είχε όρεξη να φάει κάτι, αν και δεν υπήρχε και τίποτε για φαγητό! Ο φόβος και η αγωνία μας, για το τι γίνεται μέσα στο γραφείο του Γερμανού Αξιωματικού, αλλά και για την τύχη μας, που θα ακολουθούσε. Θεωρούσαμε, σχεδόν, βέβαιη την εκτέλεσή μας! Η δήλωση του Γερμανού Αξιωματικού συντέλεσε στο να στεγνώσουν τα στόματά μας και με πολλή δυσκολία καταπίναμε κάπου-κάπου το ανύπαρκτο σάλιο μας. Κοιταζόμασταν στα μάτια, χωρίς να μιλάμε. Στα μάτια διάβαζες το φόβο, την αγωνία, αλλά και την απαισιοδοξία μας. Ορισμένοι από εμάς είχαν κολλήσει τις πλάτες τους στον τοίχο του κτιρίου και με σκυμμένο κεφάλι, κοίταζαν κάτω στο έδαφος, ακίνητοι, μαρμαρωμένοι σαν αγάλματα. Αλλά και να θέλαμε να μιλήσουμε να πούμε κάτι, δεν έβγαινε φωνή από το λαρύγγι μας».

 

                                                                                                                                               xiv.      Προ του ικριώματος

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Αφού τελείωσε η ανάκριση όλων, μείναμε στον περίβολο του κτιρίου της Κομαντατούρας, που ήταν εκεί κοντά, στο σημερινό Κ.Τ.Ε.Λ. άφωνοι, με μικρές και με συρνάμενα πόδια μετακινήσεις. Τα πρόσωπα όλων μας ήταν σκυθρωπά, και σ’ αυτά μπορούσε κάθε τρίτος να διαβάσει με ευκολία την αγωνία που μας διακατείχε για την άγνωστη επόμενη κίνηση των Γερμανών σχετικά με τη ζωή μας, με την τύχη ή την ατυχία μας. Κοντά στη δύση του ηλίου, οι Γερμανοί στρατιώτες μας οδήγησαν στη μικρή πλατεία μπροστά από το καφενείο “Κωστίκα”, χωρίς να ξέρουμε για ποιο λόγο. Εκεί, μας έστησαν σε παράταξη. Μπροστά μας ήταν 3-4 Γερμανοί Αξιωματικοί, ενώ πίσω μας ήταν αρκετοί Γερμανοί στρατιώτες, με τα αυτόματα προτεταμένα και πίσω από αυτούς, πλήθος ανθρώπων της πόλης. Νεκρική σιγή είχε απλωθεί! Οι Αξιωματικοί μπροστά μας έκοβαν κι αυτοί αμίλητοι, μικρές βόλτες σαν κάτι να περίμεναν. Στην άκρη αυτής της πλατείας, προς την οδό «Ασκληπιού», υπήρχε ένα ικρίωμα, σε σχήμα “Π” (κεφαλαίου) και από το οριζόντιο δοκάρι κρέμονταν έξι σχοινιά θηλιές-αγχόνες. Όταν είδαμε τις αγχόνες, κρύος ιδρώτας μας περιέλουσε. Όλοι μας κάναμε μακάβρια σκέψη, ότι θα κρεμάσουν έξι από εμάς, αλλά δεν ξέραμε ποιους. Το αίμα μας είχε παγώσει και τα πόδια μας τα νιώθαμε αδύναμα, να μας κρατήσουν όρθιους. Μιλιά δεν έβγαινε από κανέναν, αλλά ούτε και ψίθυρος. Οι αναπνοές μας ήταν μικρές και γρήγορες. Ύστερα από ένα τέταρτο της ώρας περίπου, που σ’ εμάς φάνηκε σαν ένας αιώνας, φάνηκε ένα στρατιωτικό καμιόνι, ανέβηκε στην πλατεία και, αφού έκανε μια-δυο μανούβρες, έφερε το πίσω μέρος κάτω από τις αγχόνες. Στο καμιόνι αυτό ήταν πέντε-έξι πολίτες, άγνωστοι σε μένα – εκτός από έναν, που ήταν από άλλο χωριό, αλλά γαμπρός στον Πυργετό. Τους πολίτες αυτούς, τους φρουρούσαν πέντε-έξι Γερμανοί στρατιώτες με προτεταμένα τα αυτόματα όπλα τους».

 

                                                                               xv.      Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού πριν τον απαγχονισμό

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Ο ίδιος πάντα Γερμανός Αξιωματικός, με ένα μικρόφωνο στο χέρι, άρχισε να μιλάει στη γερμανική γλώσσα, σε αυστηρό τόνο και με αραιά άρθρωση, ενώ ο διερμηνέας μετέφραζε, συγχρόνως. Τα λόγια και των δύο ακούγονταν καθαρά από τα μεγάφωνα, που είχαν στήσει στην πλατεία, για να ακούνε οι συγκεντρωθέντες. Άρχισε να μιλά, “χθες το βράδυ, μερικοί ανόητοι αντάρτες, επιτέθηκαν κατά ενός φυλακίου μας, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό, όπου σκοτώθηκε ένας στρατιώτης μας. Ήταν ανόητοι, που πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να εξουδετερώσουν το φυλάκιο. Και επίσης, είναι ανόητοι, αν πιστεύουν ότι εμείς, οι Γερμανοί, θα τους φοβηθούμε. Είναι βέβαιο ότι η Γερμανία θα κερδίσει τον πόλεμο και τότε μια καινούργια ζωή θα υπάρξει για όλο τον κόσμο. Μια ζωή πολύ καλύτερη από αυτή, μέχρι τώρα. Δεν θα υπάρχει ανεργία κι ούτε θα υπάρχουν φτωχοί και πλούσιοι. Όλοι θα είναι χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι. Όμως, για παραδειγματισμό και για αντίποινα, για το σκοτωμό του στρατιώτη μας, θα απαγχονίσουμε μερικούς αντάρτες, που μπορέσαμε να συλλάβουμε”. Ο Γερμανός Αξιωματικός συνέχισε, “αυτοί που είναι στο καμιόνι, έλαβαν μέρος στην επίθεση κατά του φυλακίου μας και συνελήφθησαν να φέρουν όπλα μαζί τους. Μην επιχειρήσουν να μας παρενοχλήσουν, ξανά, αυτοί οι ανόητοι αντάρτες, γιατί τα αντίποινά μας θα είναι ιδιαίτερα σκληρά”. Σταμάτησε να μιλάει και μια βουβαμάρα απλώθηκε σε όλους μας, σ’ εμάς και στο συγκεντρωμένο πλήθος».

 

                                                                                                                                                     xvi.      Οι απαγχονισμοί

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Αμέσως μετά την ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού, δόθηκε από τον ίδιο η διαταγή του απαγχονισμού των πολιτών, που ήταν στο καμιόνι. Έτσι, το καμιόνι έκανε λίγο ακόμη πίσω, σταμάτησε κάτω ακριβώς από τις αγχόνες και τότε δυο-τρείς Γερμανοί στρατιώτες έβαλαν σε καθέναν από τους πολίτες τη θηλιά στο λαιμό και το καμιόνι προχώρησε λίγο προς τα εμπρός. Έτσι, φάνηκε ο πρώτος να αιωρείται στην αγχόνη, με γερμένο το κεφάλι προς τα κάτω και τη γλώσσα του έξω. Το καμιόνι έκανε ξανά πίσω, οι στρατιώτες πέρασαν την επόμενη θηλιά στο λαιμό του δεύτερου πολίτη και πάλι έκανε λίγο εμπρός το καμιόνι. Φάνηκε και ο δεύτερος να αιωρείται στην αγχόνη, όπως και ο πρώτος. Η ίδια διαδικασία ακολούθησε, μέχρι και τον πέμπτο*** μελλοθάνατο. Στον πέμπτο*** η αγχόνη λύθηκε και ο μελλοθάνατος έπεσε κάτω. Τότε, ακούσθηκαν δειλά φωνές από το συγκεντρωμένο πλήθος, “ελεύθερος, ελεύθερος!”. Ο Γερμανός Αξιωματικός, με αργή κίνηση έστρεψε το πρόσωπό του προς το πλήθος, από όπου ακούστηκαν οι φωνές. Στάθηκε για λίγο κοιτάζοντας το πλήθος, με το πάντα συνοφρυωμένο και βλοσυρό ύφος και ύστερα, έφερε το πρόσωπό του και το βλέμμα του στις αγχόνες.

Τρεις Γερμανοί στρατιώτες πήδηξαν κάτω από το καμιόνι, μόλις λύθηκε η αγχόνη και σωριάστηκε κάτω ο μελλοθάνατος, και ο ένας από αυτούς πήρε το σχοινί και ανέβηκε πάλι στο καμιόνι για να το δέσει καλά, οι δε άλλοι δυο ανέβασαν το μελλοθάνατο σηκωτό στο καμιόνι, γιατί τα πόδια του δεν τον κρατούσαν, αλλά και το κεφάλι του ήταν γερμένο κάτω. Με γρήγορες κινήσεις πέρασαν τη θηλιά της αγχόνης και στο λαιμό του τελευταίου πολίτη-αντάρτη. Το καμιόνι προχώρησε καμιά δεκαριά μέτρα εμπρός και σταμάτησε. Έτσι, φαίνονταν καθαρά να αιωρούνται και οι “πέντε”*** απαγχονισμένοι.

Ο τελευταίος, που εκτελέστηκε ονομαζόταν Σύρμπας και ήταν από την Αγία Μονή. Μάλιστα, είπαν μερικοί αργότερα, ότι ο Σύρμπας με το πρώτο πέρασμα της θηλιάς στο λαιμό του είχε πεθάνει από το φόβο του και όταν τελικά τον κρέμασαν, δεν παρατηρήθηκε καμιά σπασμωδική κίνηση στα πόδια του, όπως παρουσίασαν οι προηγούμενοι πέντε, αλλά ούτε και τη γλώσσα του έβγαλε έξω.

Ανάμεσα σ’ αυτούς τους έξι, που κρέμασαν οι Γερμανοί, ήταν και ένας μικρόσωμος αντάρτης που είχε έρθει γαμπρός στο χωριό μας. Το θέαμα αυτών των έξι που απαγχόνισαν οι Γερμανοί, να αιωρούνται στο κενό, με τη θηλιά στο λαιμό, με γερμένο το κεφάλι τους κάτω και την γλώσσα τους έξω, ήταν φρικιαστικό και αποκρουστικό συγχρόνως. Όπως φρίκη και αποστροφή προκαλούσε, και η διαδικασία απαγχονισμού. Οι δυο από τους έξι αυτούς, ήταν από εμάς, τους τριάντα που οδηγήθηκαν στην «κομαντατούρα». Μετά τον απαγχονισμό των έξι, όλοι μας αμίλητοι και ακίνητοι σαν αγάλματα και με αμείωτη την αγωνία περιμέναμε το επόμενο θύμα, την επόμενη κίνηση του Γερμανού Αξιωματικού. Θα σταματούσε άραγε εκεί ή θα συνέχιζε τους απαγχονισμούς με εμάς; Απόλυτη βουβαμάρα, απόλυτη νεκρική σιγή επικρατούσε και στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί. Και το πλήθος περίμενε με αγωνία την επόμενη κίνηση των Γερμανών. Αφού μείναμε, έτσι ακίνητοι, καμιά δεκαριά λεπτά της ώρας περίπου, που σε εμάς φάνηκε αιώνας, είδαμε το καμιόνι να κάνει πίσω, να έρχεται κάτω από τις αγχόνες και οι Γερμανοί στρατιώτες να ξεκρεμούν τους κρεμασμένους και να τους σωριάζουν στην καρότσα του αυτοκινήτου. Τότε η αγωνία όλων μας κορυφώθηκε, η καρδιά μας χτυπούσε γρήγορα και δυνατά σαν να πήγαινε να σπάσει, γιατί είχαμε τον έντονο φόβο ότι θα συνέχιζαν τους απαγχονισμούς. Μετά το ξεκρέμασμα των “πέντε”, τρεις Γερμανοί στρατιώτες, ύστερα από διαταγή του Γερμανού Αξιωματικού, άρχισαν να λύνουν τα σχοινιά και τις θηλιές.

Μια μεγάλη ανακούφιση μας έφερε ζάλη. Γρήγορα να φεύγει από πάνω μας ένα μεγάλο βάρος που ήταν αβάσταχτο. Καταλάβαμε ότι, σ’ αυτήν τουλάχιστον τη φάση, δε θα κρεμούσαν οι Γερμανοί άλλους από εμάς για αντίποινα. Ποια όμως θα ήταν η μετέπειτα τύχη μας; Δεν το γνωρίζαμε. Θα μας έριχναν στα μπουντρούμια της “κομαντατούρας”, θα μας έριχναν στις φυλακές, θα μας άφηναν ελεύθερους; Μόνο ο Γερμανός Αξιωματικός το γνώριζε».

 

                                                                                             xvii.      Η απελευθέρωση και η επιστροφή στον Πυργετό

 

Ακολουθεί απόσπασμα από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απόστολου Θεόδωρου Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

«Μετά τη διαδικασία, την τελετή αυτή του “απαγχονισμού των έξι”, μας οδήγησαν πάλι στην “κομαντατούρα” και μετά μας άφησαν ελεύθερους. Η ανακούφιση από το γεγονός, ότι μας άφησαν ελεύθερους, μας έδωσε δύναμη να σταθούμε στα πόδια μας. Όμως με αργόσυρτα βήματα, γιατί ακόμα ήμασταν μουδιασμένοι και δεν πιστεύαμε στ’ αφτιά μας, ότι μας άφηναν ελεύθερους. Αρχίσαμε να βγαίνουμε έξω από την αυλόπορτα στο δρόμο. Μόλις, όμως, βαδίσαμε λίγα μέτρα έξω από το δρόμο τα πόδια μας λύθηκαν και μια φωνή από μέσα μας έλεγε, “φύγετε γρήγορα, όσο μπορείτε. Δεν ξέρετε τι μπορεί να συμβεί!” Έτσι, στα πόδια μας προστέθηκαν φτερά και διασχίσαμε πολύ γρήγορα την πόλη και σε σύντομο χρόνο βρεθήκαμε στο χωριό. Εκεί, η είδηση ότι μας άφησαν ελεύθερους, είχε φθάσει νωρίτερα και όλο σχεδόν το χωριό άνδρες, γυναίκες, γέροι και παιδιά, μας περίμεναν στη γέφυρα, στην είσοδο του χωριού. Ένα πανδαιμόνιο από χαρούμενες φωνές, κλάματα και δάκρυα, αγκαλιές και φιλιά, επικράτησε για αρκετή ώρα. Οι ερωτήσεις, “τι έγινε και σας αφήσαν ελεύθερους; Πως κρέμασαν τα παιδιά; Ήσασταν εκεί, τα είδατε; Σας βασάνισαν; Μίλησε κανένας σας;”, έπεφταν βροχή. Ύστερα, ο καθένας μας με τους δικούς του τράβηξαν για το σπίτι τους».

 

                                                                                                       xviii.      Σημειώσεις, εικασίες και συμπεράσματα

 

Μαζί με τη γραπτή μαρτυρία του Αντιεισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απ. Θ. Πουλιανίτη, συνέλλεξα και προφορικές μαρτυρίες από ανθρώπους που ήταν παρόντες στα γεγονότα, λίγο πριν το μπλόκο. Και, ενώ ήταν μια ζεστή ανοιξιάτικη μέρα, τότε συνέβη ένα περίεργο φαινόμενο. Μεταφέρω αυτούσιο το κείμενο του Απ. Θ. Πουλιανίτη: «Ξαφνικά, σηκώθηκε αεράκι που δημιούργησε μικρούς στροβίλους, η ατμόσφαιρα άρχισε να μουντώνει και το θρόισμα των φύλλων ήταν έντονο. Τα πουλιά και, κυρίως τα σπουργίτια, πετούσαν σαν παλαβά και τα σκυλιά αλυχτούσαν. Μέχρι να περάσει αυτό το φαινόμενο, φανήκαν οι Γερμανοί στον Πυργετό».

Αναφέρω αυτό το γεγονός, γιατί μου προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, όταν το άκουσα και δυσκολεύτηκα να το πιστέψω, γιατί άγγιζε τα όρια του μεταφυσικού, αλλά οι μαρτυρίες ήταν αρκετές, ώστε δεν μου άφησαν περιθώρια να αμφιβάλλω, για το ότι το εν λόγω φαινόμενο εκδηλώθηκε την ημέρα εκείνη.

Σύμφωνα με κάποιες προφορικές πληροφορίες, κατά τη διάρκεια του «μπλόκου», ο Νικολής Τσιανάκας είχε την ιδέα να πει στο διερμηνέα να πει του Γερμανού Αξιωματικού, αν θα εκτελέσει κόσμο, να μην εκτελέσει νέους, αλλά γέρους και ο διερμηνέας το μετέφερε στον Γερμανό αξιωματικό. Ο Ν. Τσιανάκας, πιθανόν, σκέφτηκε ότι οι νέοι θα άφηναν ορφανά πίσω και θα ήταν προτιμότερο να περιοριστεί κάπως το κακό με την εκτέλεση ανθρώπων, που σχεδόν είχαν ολοκληρώσει τον κύκλο της ζωής τους. Ο Γερμανός Αξιωματικός μόλις το άκουσε αγρίεψε περισσότερο και λέει του διερμηνέα να του πει ότι ο Γερμανός στρατιώτης που σκοτώθηκε ήταν νέος και νέοι θα εκτελεστούν.

      Επίσης συμφωνά με το δημοσίευμα «Τρικαλινές εμπειρίες από τον πόλεμο» ,26 Οκτ. 2015, triklapress (συμπεριλαμβάνεται στο παρόν βιβλίο) στο οποίο ο 19χρονος Χρήστος-Παναγιώτης Νταούλας καταγράφει  την μαρτυρία του παππού του 91χρονου Χρήστου Νταούλα μας δίνεται η πληροφορία πως ο συντοπίτης μας γιατρός Καραΐσκος που ήταν στο μπλόκο ως αιχμάλωτος και αυτός, βοήθησε ως διερμηνέας στη διαπραγμάτευση του ιερέα με τον Γερμανό Αξιωματικό γιατί αμφότεροι ήταν γνώστες της   γαλλικής γλώσσας. Όσο για την  πολυήμερη κράτηση των αιχμαλώτων του μπλόκου από τους Γερμανούς μάλλον δεν ισχύει, (δεν κατέστη δυνατόν κατά την ερευνά μου να την διασταυρώσω πουθενά, πιθανόν να οφείλεται στο λογικό ξεθώριασμα της μνήμης με την πάροδο των ετών) ενώ την αυθημερόν απελευθέρωση των αιχμαλώτων την διασταύρωσα από πολλές μαρτυρίες. Αυτό δεν μειώνει σε τίποτα όμως το υπέροχο κείμενο και την αξία του ως μαρτυρία καθώς και μας δίνει και μια ακόμη πολύτιμη μαρτυρία για το μπλόκο την οποία μεταφέρω αυτούσια: «Μας μάζεψαν εκεί που γίνεται το καινούριο το σχολείο (στον Πυργετό) και τους άλλους στην εκκλησία. Εκεί μαζευτήκαμε περίπου 100 άτομα και μετά μας πήγαν και μας στην εκκλησία. Εκεί ήμασταν περίπου 250-300 άντρες και παιδιά. Περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει, νομίζαμε δεν θα γλυτώσουμε».

 

Τον Πυργετό τον γλύτωσαν από το ολοκαύτωμα πιθανόν τα εξής:

      i.     Τόσο η εμμονή του παπά-Θόδωρου προς τον Γερμανό Αξιωματικό, ότι ο Πυργετός δεν είχε σχέση με το συμβάν και πως δεν έκρυβαν αντάρτες και πολεμοφόδια για το αντάρτικο – πράγμα που δεν ίσχυε – όσο και το θάρρος του να ζητήσει να εκτελεστεί, που πιθανόν να οδήγησε τον Αξιωματικό σε αμφιβολίες.

     ii.     Κυρίως, η μεσολάβηση του διερμηνέα Παπαγεωργίου που κατάφερε και κάλμαρε τον Γερμανό Αξιωματικό.

   iii.     Η άκαρπη έρευνα των Γερμανών, στο υπόγειο του τότε παλιού Δημοτικού Σχολείου και το γεγονός, ότι δεν μπήκαν στο οστεοφυλάκιο, κάτι που αποδόθηκε σε θαύμα του Αγίου Αθανασίου και για αυτό μετά τον πόλεμο έχτισαν νέο Ναό προς τιμή του στο χώρο, που έγινε το «μπλόκο».

   iv.     Η ψύχραιμη απόφαση του Γερμανού Αξιωματικού, να αναστείλει την εκτέλεση των αντιποίνων και να κρατήσει ως αιχμαλώτους τα 30 άτομα για εκτέλεση, μέχρι την ολοκλήρωση των ερευνών, σε περίπτωση που αυτές ήταν άκαρπες.

    v.     Ο Γερμανός στρατιώτης που κατέβηκε στο υπόγειο, πιθανόν, να είδε και μην μίλησε για ανθρωπιστικούς λόγους, ή δεν ήταν ναζί, ή και τα δυο, πέραν της εκδοχής του θαύματος.

   vi.     Μπορούμε να εικάσουμε τα εξής, με βάση την εξέλιξη των γεγονότων. Ο Γερμανός Αξιωματικός, πιθανόν, να είχε κάποια καλή παιδεία, ώστε να τον συγκρατήσει από κάποια ακραία εγκληματική πράξη, όπως το ολοκαύτωμα ή δεν άνηκε ιδεολογικά στους ναζί, με αποτέλεσμα να προσπαθεί να διαχειριστεί την κατάσταση, όσο το δυνατόν καλυτέρα, αποφεύγοντας κάποια εκτεταμένης εντάσεως εγκληματική δραστηριότητα, κινούμενος πάντα εντός των υπηρεσιακών πλαισίων, ώστε να μην εκτεθεί ο ίδιος. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η αρχική του απόφαση ήταν να εκτελέσει τον ιερέα, που προσφέρθηκε για εκτέλεση, πιθανόν, για να κλείσει όσο γίνεται γρηγορότερα την υπόθεση. Αυτή η άποψη ενισχύεται από το γεγονός, ότι οι 30 συλληφθέντες πέρασαν μια πολύ σύντομη, ολιγόλεπτη και τυπική ανάκριση, πιθανόν για να κλείσει ο Αξιωματικός, τυπικά, την υπόθεση και να φανεί στα μάτια των ανωτέρων του ότι παρήγαγε έργο. Ενισχυτικό της παραπάνω άποψης, είναι και το ότι, ενώ γινόταν η ανάκριση, οι Γερμανοί είχαν καταλήξει ήδη  στον απαγχονισμό των 5 ανταρτών του εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ. και της Ε.Π.Ο.Ν. στην πλατεία των Τρικάλων.

 

Τα παρακάτω τμήματα του κεφαλαίου είναι γραμμένα από μένα με βάση τη Βιβλιογραφία και τις Πηγές Πληροφόρησης.

 

Πρόλογος

Ο Πυργετός πριν το μπλόκο

Η επίθεση των ανταρτών στο Γκαζέλο και τα γεγονότα στον γειτονικό Πύργο

Οι συλλήψεις και οι συνοδοί

Η  άκαρπη έρευνα των Γερμανών

Η τοπογραφία του μπλόκου

 

Τα παρακάτω τμήματα του κεφαλαίου είναι μεταφορά αυτούσιων αποσπασμάτων  από το κεφάλαιο, «Το μπλόκο», από τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Α/εισαγγελέα Εφετών, ε.τ. Απ. Θ. Πουλιανίτη, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων (τόπος συγγραφής Θεσσαλονίκη, ημερομηνία συγγραφής Μάρτιος 1995).

Ο χωρισμός και η ονοματοδοσία των τμημάτων του πρωτοτύπου είναι δικιά μου για τη διευκόλυνση του αναγνώστη.

 

Η άφιξη των Γερμανών στον Πυργετό.

Στο προαύλιο της εκκλησίας.

Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού προς τους Πυργετιανούς.

Η ομιλία του ιερέα του Πυργετού Θεόδ. Β. Πουλιανίτη προς τον Γερμανό Αξ/κό.

Οι κρίσιμες στιγμές.

Η επιλογή και το δρομολόγιο ως την «κοματαντούρα».

Στην «κομαντατούρα».

Προ του ικριώματος.

Η ομιλία του Γερμανού Αξιωματικού πριν τον απαγχονισμό.

Οι απαγχονισμοί.

Η απελευθέρωση και η επιστροφή στον Πυργετό.

 

xix. Υποσημειώσεις – επεξηγήσεις

 

 * Στο τμήμα του κεφαλαίου «Οι κρίσιμες στιγμές», η φράση  «να μην μιλήσουν» δεν υπάρχει στα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αποστόλου Πουλιανίτη. Την πρόσθεσα εγώ εντός παρενθέσεως για την διευκόλυνση του αναγνώστη.

** Στο τμήμα του κεφαλαίου «Προ του ικριώματος» με την περιγραφή «περίβολο του κτιρίου της Κομαντατούρας, που ήταν εκεί κοντά, στο σημερινό Κ.Τ.Ε.Λ.» εννοείται ο περίβολος κτιρίου κοντά στη συμβολή των οδών Όθωνος και Γαριβάλδη.

  *** Στο τμήμα του κεφαλαίου «Οι απαγχονισμοί», οι απαγχονισμοί αντί για πέντε που έχουμε, στα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Αποστόλου Πουλιανίτη, είναι έξι, και αυτό είναι πιθανόν το σωστό. Δηλ. οι Γερμανοί να είχαν σκοπό να εκτελέσουν έξι άτομα και, όπως ο ίδιος ο Απόστολος Πουλιανίτης, μου είπε θυμάται καλά, ότι είχαν στήσει έξι κρεμάλες. Οι πιο πιθανές εκδοχές είναι η έκτη κρεμάλα να ήταν εφεδρική, ή να γλίτωσε την κρεμάλα ο έκτος, πληρώνοντας οι δικοί του ένα σεβαστό ποσό σε λίρες στους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους, που έκαναν συνήθως τον μεσολαβητή (συνήθης πρακτική στα χρονιά της κατοχής). Μια τρίτη κι απίθανη εκδοχή, να κρεμάστηκε κάποιος έκτος, ο οποίος δεν είχε σχέση με την αντίσταση (π.χ. ποινικός), με αποτέλεσμα να περάσει απαρατήρητος.

  

xx. Βιβλιογραφία – Πηγές πληροφόρησης:

 

1.    Μπουλογεώργος Β. (1981), Λαογραφικά Πυργετού, Ασκληπιός, τόμος 9-10.

2.    Πουλιανίτης Α. Θ. (Α/εισαγγελέας Εφετών Ε.Τ.), Μαρτυρία και Χειρόγραφα Απομνημονεύματα.

3.    Πουλιανίτης Γ. Ευάγγ. (2006), Άνθρωποι Επίγειοι Άγγελοι και Άγιοι Αφανείς, εκδ. ΤΥΠΟΙΣ, Τρίκαλα, σελ. 166.

4.    Μαρτυρία Κων/νου Αποστόλου Αλεξίου.

5.    Μαρτυρία Αρετής Μποσιουπούλου.

6.    Μαρτυρία Κών/νου Παύλη.

7.    Μαρτυρία Βαγγέλη Στάμου.

8.    http://asklipios-trikki.blogspot.gr/2011/11/5.html

9.    Νταούλας Χρήστος-Παναγιώτης, 26 Οκτ. 2015, Τρικαλινές εμπειρίες από τον πόλεμο, trikkipress.gr.



This website was created for free with Own-Free-Website.com. Would you also like to have your own website?
Sign up for free